Σχόλιο με αφορμή το “μ.χ.” του Β. Αλεξάκη

Σ

Το “μ.χ.” του Β. Αλεξάκη, αποτελεί κατά τη γνώμη μου, ένα αξιόλογο βιβλίο – πόνημα της πρόσφατης βιβλιογραφίας.

Χρήσιμο και επίκαιρο, τολμηρό και αιρετικό, θίγει ζητήματα που βρίσκονται στον πυρήνα της εθνικής ιδεολογίας, που αποτέλεσαν και εξακολουθούν να αποτελούν ταμπού σχεδόν για όλους.

Οι αντιφάσεις που πραγματεύεται, “Αρχαίος κόσμος – Βυζάντιο” και “Εκκλησία – Ελληνικό κράτος”, διαπερνούν και καθορίζουν τη διαμόρφωση της εθνικής συνείδησης και της κρατικής συγκρότησης της Ελλάδας.

Η επικράτηση του Χριστιανισμού μέσα από την βίαιη “εξαφάνιση” του Αρχαίου πολιτισμού, η εκμεταλευτική αντίληψη της Εκκλησίας απέναντι στο Ελληνικό κράτος από την αρχή της διαμόρφωσής του, η αναχρονιστική σχέση Εκκλησίας – Κράτους που ισχύει μέχρι τις μέρες μας, είναι τα σημαντικά ζητήματα που θέτει, θαρραλέα, καθαρά, και συγκροτημένα. Κατά τον συγγραφέα, όχι μόνο δεν υπήρξε ενότητα και συγκερασμός των δύο κόσμων – πολιτισμών στην πορεία διαμόρφωσης του Ελληνικού έθνους, αντίθετα υπήρξε πλήρης ασυνέχεια.Χαρακτηριστική της άποψής του, η φράση του βιβλίου “Ο Χριστιανισμός δεν συνεχίζει την αρχαιότητα, απλά την ακολουθεί, όπως η νύχτα ακολουθεί τη μέρα”.

Με επιστημονική σχεδόν τεκμηρίωση, (ποιητική αδεία) με ψύχραιμη και αποστασιοποιημένη ματιά, χωρίς καμιά εμπάθεια, ο συγγραφέας κατορθώνει να συμπυκνώσει επαρκώς ιστορία πολλών αιώνων και κυρίως να σταθεί έξω από τις συγκρούσεις της, να παρατηρήσει, για να αποκαλύψει έτσι τις αλήθειες του.

Και όλα αυτά, σε ένα απλό και βατό, με την πρώτη ματιά σύγγραμα, με όχημα – φόρμα ένα επίσης απλό σενάριο, που όμως οδηγεί τον αναγνώστη να διαβάζει διαρκώς και ανάμεσα στις γραμμές, αυτά που πολύ εύγλωττα και συνειδητά ο συγγραφές γνωρίζει και εννοεί.

Αξιόλογο, λοιπόν το βιβλίο για όσους επιθυμούν να αντιληφθούν και να κατανοήσουν αλλιώς τη σύγχρονη Ελληνική πραγματικότητα, αποκωδικοποιώντας σταδιακά τους μύθους του παρελθόντος που μας συνέχουν.

.
Σχετικά με το “μ.χ.”, αξιοσημείωτη προς Θεσσαλονικείς, παρατήρηση.

Στο παιχνίδι των αισθήσεων και των παραισθήσεων, της διατήρησης των μύθων, προς όφελος της Εκκλησίας (σε βάρος της κοινωνίας, προφανώς), πρωταγωνιστικό ρόλο έχει η πόλη μας, η Θεσσαλονίκη, όπως πολύ εύστοχα παρατηρεί ο Αλεξάκης.

Διότι, παράλληλα με της προοδευτική της ιστορία και δυναμική, ζει και βασιλεύει η άλλη της πλευρά, η οπισθοδρομική, η καθηλωμένη το Βυζάντιο.

Ο Βυζαντινισμός, βαθειά ριζωμένος στην αυτοεικόνα της, στον δικό της μύθο, βρίσκει τρόπους να αναδεικνύεται σαν το κύριο στοιχείο της ταυτότητάς της, μέσα σε μια σύγχρονη πραγματικότητα, που κυριολεκτικά τρέχει με χίλια στην αντίθετη κατεύθυνση.

Απίστευτο, αλλά αληθινό!!

Ευτυχώς, το “μ.χ.” δεν οδηγήθηκε στην Πυρά! Θρησκευόμενοι, παραθρησκευόμενοι, πολιτικ – σοσιαλ – ορθόδοξοι, νεο – μακεδονομάχοι, έχουν αδυναμία σε βιβλία με συντετμημένους τίτλους, όπως το “μ.ν.” του Ανδρουλάκη.

Τα καίνε στην Αριστοτέλους…

Κι εμάς, παγώνει το αίμα στις φλέβες μας…

Πάλι καλά!!

Σοφία Μποϊδίδου

Θεσσαλονίκη, 23/4/2008

.
.

Αναδημοσιεύουμε αποσπάσματα συνέντευξης που έδωσε ο Β. Αλεξάκης στον Ηλία Κανέλλη, Περιοδικό Ταχυδρόμος, 12/1/2008

.
.

Ας προσεγγίσουμε λοιπόν το βιβλίο σας από το θέμα του, την επικράτηση του χριστιανισμού επί του αρχαίου κόσμου.

«Όλα ξεκινούν από ζητήματα εξουσίας. Από τη στιγμή που υπάρχει μόνο ένας Θεός, ο οποίος είναι ο δημιουργός των πάντων, έχει απαγορεύσει τα πάντα, ελέγχει τα πάντα και θα μας αποκαταστήσει μετά θάνατον, δεν είναι δυνατόν να ανέχεται κανείς μια οποιαδήποτε άλλη εξουσία, αν είναι άνθρωπος αυτού του Θεού. Άρα, ο Χριστός μας είναι πολύ σωστός σε σχέση με το μονοθεϊσμό, διότι ο μονοθεϊσμός στην ουσία θέλει την κατάργηση της δημοκρατίας και τον έλεγχο όλων των εξουσιών, όπως κάνει ο Θεός.

Άρα, η λογοτεχνία σας έχει θέμα τη συστηματική ποδηγέτηση της παλαιάς θρησκείας από τη νεότερη;

«Το βιβλίο μου καταγράφει τα εγκλήματα που, προκειμένου να επιβληθούν, διέπραξαν οι χριστιανοί επί αιώνες – καταστροφές ανάλογες με εκείνες των αγαλμάτων του Βούδα ή άλλες βιαιότητες που έχουν διαπράξει οι ισλαμιστές. Αναφέρεται και στην σημερινή κατάσταση, διότι δεν είναι δυνατόν στη Ελλάδα του 2007 να διαιωνίζεται η συγκατοίκηση Εκκλησίας και κράτους.».

Γιατί η ιστορία που αφηγείστε περιστρέφεται γύρω από το Άγιον Όρος;

«Γιατί, όπως ανακάλυψα, οι μοναχοί έπαιξαν πρωτεύοντα ρόλο στο διωγμό του αρχαίου πολιτισμού. Και επειδή το Όρος είναι το κερασάκι στην τούρτα της Ορθοδοξίας: λόγω παλαιότητος και λόγω ισχύος εκφράζει άριστα την επιθυμία της Εκκλησίας να αποκτήσει δική της πολιτική εξουσία. Οι Αγιορείτες θεωρούν τον εαυτό τους κληρονόμο και διάδοχο των αυτοκρατόρων του Βυζαντίου, εξ ου και η πελώρια περιφρόνηση που έχουν για το ελληνικό κράτος. Η Ελλάδα γι’ αυτούς είναι μια επαρχία από την οποία το μόνο καλό που μπορεί να περιμένει κανείς είναι λεφτά».

Μήπως υπερβάλλετε;

«Έγραψα ένα βιβλίο χωρίς εμπάθεια. Καταπιάστηκα με ένα θέμα που δεν ήξερα και καταπιάστηκα ακριβώς για να το μάθω. Το ίδιο έχω κάνει και σε άλλα βιβλία. Το ίδιο έγινε και εδώ. Ήξερα βεβαίως τους προσωκρατικούς φιλοσόφους, το βιβλίο μάλιστα ήταν η αφορμή να τους ξαναδιαβάσω. Θεωρώ πάρα πολύ θλιβερό που η σημερινή Ελλάδα, αντί να αναφέρεται σε αυτούς τους ευφυέστατους ανθρώπους που διαθέτουν ελευθερία στον τρόπο σκέψης τους, ασχολούνται με τους πατέρες της Εκκλησίας, με κάτι οσίες και τα τοιαύτα. Περάσαμε από το φως στο σκοτάδι».

Παρά τα όσα υποστηρίζετε, επιμένω. Μήπως ισοπεδώνετε, προσεγγίζοντας έτσι τα πράγματα, την πνευματικότητα της ορθόδοξη» θεολογίας;

«Δεν θεωρώ ότι ισοπεδώνω. Στο βιβλίο υπάρχουν πρόσωπα που μιλούν με πολλή τρυφερότητα και αγάπη για το Άγιον Όρος, που συγκινούνται, που αισθάνονται κατάνυξη. Δεν έχω αποκλείσει καθόλου αυτή την πλευρά, αλλά πρέπει να πούμε το εξής. Έχουν γραφτεί εκατοντάδες βιβλία για το Όρος και όλα μόνο αυτό λένε. Δεν υπάρχει ίχνος κριτικής πουθενά. Εγώ παρατηρώ την αγιορείτικη κοινότητα, συλλέγοντας πληροφορίες, πολύ πριν πάω εκεί, από ανθρώπους που την ξέρουν πολύ καλά, συμπεριλαμβανομένων των βυζαντινολόγων της Γαλλίας που εκδίδουν τα αρχεία του Αγίου Όρους και οι οποίοι έχουν ζήσει εκεί μήνες και χρόνια πολλά, που είναι προφανώς καλύτεροι ειδικοί σε σχέση με το Άγιον Όρος. Μάλιστα έμεινα κατάπληκτος, πώς είναι δυνατόν άνθρωποι σαν τον Λακαριέρ ή τον Καζαντζάκη να έχουν πάει εκεί και να μην έχουν δει απολύτως τίποτα. Είδαν το γλυκύτατο φως των κεριών και τα ωραιότατα εικονίσματα με τη γυαλάδα του χρυσού. Είδαν τα φωτάκια αυτά και δεν είδαν τις σκιές που τα περιβάλλουν;»

Επιμένω. Η σύγχρονη θεολογία έχει να κάνει με έννοιες όπως ηθική, δίκαιο. Υπάρχει αντίστοιχη θεολογία της αρχαίας θρησκείας;

«Είναι τελείως περιττό. Δεν βλέπω τι είδους πρόοδο σημείωσε ο χριστιανισμός σε σχέση με την αρχαία φιλοσοφία και την αρχαία δημοκρατία. Η θεολογία είναι ένα πακέτο που λύνει τα προβλήματα όλα, με αποτέλεσμα οι άνθρωποι να σταματούν να ασχολούνται με τα εγκόσμια, εφόσον έχουν άλλη σημαντικότερη προοπτική, τη μετά θάνατον ζωή. Ενώ στην αρχαιότητα συνέβαινε ακριβώς το αντίθετο, δεν υπήρχε καμία μεταθανάτια ελπίδα για καλύτερη ζωή. Στην αρχαιοελληνική μυθολογία, η ζωή στον Άδη ήταν απείρως χειρότερη από την καθημερινή ζωή των ανθρώπων, άρα δεν υπήρχαν άλλοι ορίζοντες πέρα από αυτούς που πρόσφερε η πόλη. Ο Καστοριάδης έλεγε ότι οι Αθηναίοι επινόησαν τη δημοκρατία επειδή δεν ήλπιζαν τίποτα».

Ο αφηγητής του μυθιστορήματός σας είναι διχασμένος ανάμεσα στην ευλάβεια και στον ορθολογισμό. Βλέπετε αυτό το διχασμό γύρω σας, στην Ελλάδα;

«Η Ελλάδα είναι δύο χώρες. Που δυσκολεύονται να συνυπάρξουν. Και αυτή η συνύπαρξη είναι εκρηκτική. Μας λείπει μια μορφωτική επανάσταση. Μια επανάσταση που δεν θα διώξει τους παπάδες, όχι – ο καθένας μπορεί να πιστεύει ό,τι θέλει. Αλλά μια επανάσταση που θα επιτρέψει στα παιδιά, κυρίως στους μαθητές των σχολείων, να σκέφτονται ελεύθερα -κάτι που το οφείλουμε στα παιδιά και η πολιτεία δεν το τηρεί. Γιατί η ελληνική παιδεία έχει σαφή προπαγανδιστικό χαρακτήρα και σαφώς οδηγεί σε ένα είδος παραπλανητικής πληροφόρησης».

Στον αντίποδα της Ορθοδοξίας, οι Έλληνες που επικαλούνται την ελληνική αρχαιότητα δεν γίνονται, νομίζετε, σοβινιστές με τον τρόπο τους και φολκλορικά γραφικοί;

«Αν μελετούσαμε λίγο σοβαρά την αρχαιότητα και τη φιλοσοφία της, πιστεύω ότι θα πετυχαίναμε ακριβώς το αντίθετο, την κατάργηση αυτού του φολκλορισμού. Στην Ελλάδα όλα είναι φολκλορίστικα, και η θρησκεία και η αρχαιότητα, επειδή πουθενά δεν γίνεται μια μελέτη ουσίας. Δεν είμαι καθόλου αντίθετος στη μελέτη του χριστιανισμού – γενικά των θρησκειών. Αλλά σε ένα πνεύμα ελευθερίας. Δεν επιτρέπεται η Ελλάδα να καταργεί την ελευθερία».

Ο χριστιανισμός είναι η επίσημη θρησκεία του ελληνικού κράτους. Τι λέτε γι’ αυτό;

«Σας είπα: είναι ανάγκη να χωριστεί η Εκκλησία από το κράτος. Είναι ανάγκη να ολοκληρωθεί η ελληνική επανάσταση -που μετά το 1821 έμεινε μισή, μας απάλλαξε δηλαδή από τους Οθωμανούς αλλά δεν μας απάλλαξε από τους παπάδες».

Σχετικά με τον Συγγραφέα

Σχόλια

  • Διάβασα κι εγώ πρόσφατα το βιβλίο του Αλεξάκη και χαίρομαι που το προβάλλεται μέσα από την ιστοσελίδα σας. Με την ευκαιρία σας στέλνω ένα κείμενο του Φίλιππα Ηλιού που γράφτηκε το 1985 και πιστεύω πως «δένει» με τα όσα θίγει ο Αλεξάκης στο βιβλίο του αλλά και στις συνεντεύξεις που έχει δώσει. Το στέλνω στη θέση ενός σχόλιου πάνω στο σημείωμα της Σ. Μποιδίδου. Ο Φ. Ηλιου υπήρξε από τους λίγους που αντιτάχθηκαν στο σοσιαλ-ορθόδοξο ρεύμα εκείνης της περιόδου που κατά τα άλλα έμεινε στο απυρόβλητο όλων σχεδόν των πολιτικών χώρων μέχρι και σήμερα.(προς χάριν της Ελληνο-ορθόδοξης ενότητας.)

    Στέλλα Πουρτσίδου

    Ή αναγωγή τής μηδέποτε οριζόμενης με σαφήνεια «νεοελληνικής ταυτότητας» στην «ελληνορθόδοξη πίστη και παράδοση» και η επίμονη ταύτιση πού επιχειρείται, χωρίς να αποδεικνύεται, ανάμεσα στις «ρίζες» του νεοελληνικού πολιτισμού και τις «ελληνορθόδοξες αξίες», αποτελούν στοιχεία, οργανικά και επαναλαμβανόμενα, τής ελληνικής συντηρητικής ιδεολογίας.
    Έτσι, δεν εκπλήσσει πολύ ή ομολογία πίστεως πού πρόσφατα διατυπώθηκε από τον αρχηγό τής αξιωματικής και συντηρητικής αντιπολίτευσης, σε μήνυμα του προς τους μοναχούς τού Αθω: «Ή ελληνορθόδοξη πίστη και παράδοση», διαβάζουμε στο κείμενο αυτό, «αποτελεί την πνευματική ρίζα τού έθνους μας και θα πρέπει να αποτελέσει τον άξονα τής παιδείας μας» (H Καθημερινή, 7 Μαΐου 1985, όπου το κείμενο σχολιάζεται ως «σύγχρονο, αναγκαίο και προοδευτικό όραμα»).
    Ίσως θα έπρεπε να ξαφνιάσει και να ανησυχήσει, κάπως περισσότερο, το αντίστοιχο και ισοδύναμο μήνυμα τού Προέδρου τής Ελληνικής Δημοκρατίας προς τους ίδιους αποδέκτες: «Ο Ελληνισμός χωρίς την Ορθοδοξίαν δεν δύναται να επιζήσει. Ή σύζευξις των δύο υπέρτατων αυτών αξιών είναι ιστορικώς δεδικαιωμένη αλλά και εθνικώς επιβεβλημένη» (Το Βήμα, 8 Μαΐου 1985).
    Και οπωσδήποτε θα πρέπει να ανησυχήσει σοβαρά ή επίσημη πρόταση του υπουργού τής Παιδείας στην ‘Ιερά Σύνοδο «να αναλάβει ή Ορθόδοξη Εκκλησία τής Ελλάδος την ευθύνην για τη διοργάνωση και διοίκηση τής εκκλησιαστικής εκπαίδευσης, όπως συνέβαινε στο παρελθόν» (περιοδικό Εκκλησία, 1-15 Μαΐου 1985).
    Δεν είναι, βέβαια, ή πρώτη φορά πού παρατηρείται αυτή ή ιδεολογική σύγκλιση αντίθετων πολιτικών τάσεων. Τα παραδείγματα του νεοελληνικού λαϊκισμού αρκούν για να καταδείξουν την κοινή ιδεολογική πηγή πού με διαφορετικό ενδεχομένως σκεπτικό, τροφοδοτεί ενιαία, με τις αχρονικές αξίες της, τα πιο αντιθετικά κοινωνικά και πολιτικά ρεύματα τής νεώτερης ‘Ελλάδας.
    Και δεν είναι, επίσης, ή πρώτη φορά πού μπορεί να διαπιστωθεί πόσο, και προοδευτικές δυνάμεις, οι όποιες θέλουν να είναι, σε άλλους τομείς εκσυγχρονιστικές, δεσμεύονται και παγιδεύονται από τις παραδοσιακές νοοτροπίες και τις αρχαϊκότητες μιας κοινωνίας, της νεοελληνικής, ή οποία μοιάζει να αποστρέφεται τον εκσυγχρονισμό της.
    Υπάρχουν όμως και κάποια προβλήματα τα όποια δεν είναι δυνατό να αγνοηθούν και τα όποια θα πρέπει, ίσως, κάποτε να αντιμετωπίσουν όσοι, με τόση άνεση, ταυτίζουν πράγματα ανόμοια, με τρόπους πού οδηγούν στην παρανόηση και το φτώχεμα της νεοελληνικής ιστορίας.
    Το σημαντικότερο από τα προβλήματα αυτά, είναι, ίσως, το ότι ή επιχειρούμενη ταύτιση του νεοελληνικού πολιτισμού με τις «ελληνορθόδοξες αξίες», οδηγεί στην υποβάθμιση και την περιθωριοποίηση των πιο δυναμικών και των πιο προοδευτικών στοιχείων πού εμφανίστηκαν στη νεοελληνική κοινωνία από τους χρόνους της Τουρκοκρατίας ως την εποχή μας. Μήπως άραγε είναι αυτό το ζητούμενο;
    Γιατί άνετα μπορεί να διαπιστωθεί, έστω και εμπειρικά, ότι οι δυνάμεις στις όποιες ο νέος ελληνισμός οφείλει, εν πολλοίς, την ιδιομορφία του και το δυναμισμό του, δεν χωρούν στο ασφυκτικό πλαίσιο πού δημιουργούν οι «ελληνορθόδοξες αξίες». Είναι οι δυνάμεις οι όποιες, στην προσπάθεια τους να υπερνικήσουν τις παραδοσιακές αδράνειες και να ανταποκριθούν στις εκάστοτε νέες δυνατότητες πού διαμορφώνονται στην ελληνική κοινωνία, ήρθαν και για το λόγο αυτό σε σύγκρουση και σε ρήξη με τον κατεστημένο και κυρίαρχο λόγο της ορθόδοξης εκκλησίας και τις συνεκτικές της αξίες.
    Γνωρίζουμε τώρα ότι το ελληνοχριστιανικό ιδεολόγημα πλάστηκε στις πρώτες δεκαετίες από την ίδρυση του ελεύθερου κράτους, για να αντιμετωπιστούν, ακριβώς, οι διαφοροποιημένες ελληνικές κοινωνικές ομάδες πού απαγγέλλονταν την ισόνομη δημοκρατική πολιτεία και την αδογμάτιστη λειτουργία του ελεύθερου στοχασμού. Όλες αυτές οι δυνάμεις, από τον Ρήγα, τον Κοραή και, σε αδιάλειπτη συνέχεια, ως τις σύγχρονες πνευματικές και κοινωνικές πρωτοπορίες, βρίσκονται «εκτός ελληνικής παραδόσεως» γιατί συγκρούστηκαν και αμφισβήτησαν αξίες τις όποιες διαφέντευε μία, μόνο, όσο σημαντική κι αν είναι αύτη, από τις συνιστώσες τής σύνθετης νεοελληνικής παράδοσης; Ποιος και με ποια κριτήρια θα ορίζει τι νοθεύει και τι, αντίθετα, στηρίζει την παράδοση πού θέλει να θεσμοθετήσει ο επίσημος πολιτικός λόγος;
    Κάποια πρόσφατα κείμενα ευσεβοφρόνων δείχνουν προς ποια κατεύθυνση καλούνται να λειτουργήσουν οι σχετικές προδιαγραφές. Δεν είναι μόνο ο Δαρβίνος πού ενοχλεί. Πριν δύο χρόνια, στο «Επίσημον όργανον τής Εκκλησίας της Ελλάδος», δημοσιεύτηκε ανώνυμο σχόλιο (σχόλιο, δηλαδή, στο οποίο κατά τεκμήριο, εκφράζεται μια «επίσημη» άποψη), όπου ένα από τα εκπρεπέστερα μνημεία του νεοελληνικού πατριωτισμού, ή ‘Ελληνική Νομαρχία θεωρείται πώς «είναι φλύαρον συμπίλημα εκ ξένων βοηθημάτων και διέπεται υπό συκοφαντικού και παθολογικού άντικληρικοϋ μένους». Πρίν λίγους η «Ιερά Κοινότης του Αγίου Όρους» μίλησε δημόσια για την «παιδεία του Γένους μας»• Και δίδαξε πώς «όλος ο νεοελληνικός πολιτισμός έξω από την Εκκλησία είναι κλαδιά χωρίς κορμό, καταδικασμένο σε μαρασμό» – και φυσικά, μέσα σ’ αύτη την οπτική, «η ελπίς του κόσμου τούτου χαυνοί την διάνοιαν», «ή λογική του κόσμου τούτου μόνη της είναι φέρετρον». ‘Αλλά καθώς στον κόσμο τούτο κάθε συντηρητικός βρίσκει πάντα τον συντηρητικότερο του, καθηγητής της Θεολογίας του Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης αποδοκίμασε το κείμενο των αγιορειτών πατέρων και για άλλους λόγους, αλλά και γιατί δεν κατάγγελνε τον «μασόνο», «πράκτορα των Μεγάλων Δυνάμεων» και «προδότη» ‘Αδαμάντιο Κοραή (εφ. ‘Ορθόδοξος Τύπος, 10 Μαΐου 1985). Ό δρόμος είναι έτσι ανοικτός και για νέους εξοβελισμούς.
    Στα 1911, είχε χρειαστεί όλη ή πολιτική ευστροφία του Ελευθέριου Βενιζέλου για να μην μετατραπεί σε συνταγματική διάταξη ή απαίτηση να ελέγχεται από ευσεβόφρονες ή διδασκαλία της φιλοσοφίας και των επιστημών. Το ελληνικό κράτος του 1985 αντιμετωπίζει αντίστοιχα προβλήματα για την ιστορία;
    . Δεν μου διαφεύγει, βέβαια, ο επίσης πρόσφατος αφορισμός του Ζήσιμου Λορεντζάτου, ο οποίος, σχολιάζοντας τα ‘Οράματα τον Μακρυγιάννη, έγραφε: «Για την πατρίδα ή επιστήμη δεν έχει να πει πολλά, για τη θρησκεία ακόμα λιγότερα». Έστω. ‘Αναρωτιέμαι, όμως, ποιος αυθαίρετος λόγος μπορεί να υποκαταστήσει τον όποιο και όσο επιστημονικό λόγο μπορεί να διαθέτει ή σύγχρονη ιστοριογραφία. Και με τι αποτελέσματα.

    [26 Μαΐου 1985]
  • Με αφορμή το βιβλίο του Β. Αλεξάκη Μ.Χ. που έθεσε ζητήματα που αποτελούν ταμπού για τη νεοελληνική κοινωνία και τη συζήτηση που άνοιξε στην ιστοσελίδα και πρέπει να συνεχιστεί και πέραν της συγκυρίας, παραθέτω ένα κείμενο του Κ. Καστοριάδη, πριν από 14 χρόνια, που αναδημοσιεύτηκε πρόσφατα:
    “Η ταυτόχρονη αναφορά στην αρχαία Ελλάδα και στο Βυζάντιο – με το γνωστό αποστεωμένο τρόπο – είναι η ρίζα της σχιζοφρενικής μας σχέσης με τον δυτικοευρωπαϊκό πολιτισμό. Αυτή η αναφορά εκφράζει τον συνδυασμό ενός κακομοιριασμένου αισθήματος κατωτερότητας και μιας ψωροπερήφανης αστήρικτης αυθάδειας. Έτσι, παίρνουμε ευχαρίστως από τους δυτικούς τις BMW, τις τηλεοράσεις, τα κατεψυγμένα κ.λπ., καθώς επίσης και τα διάφορα «πακέτα Ντελόρ». Και ενώ τα παίρνουμε και τα θέλουμε , τι κάνουμε; Βρίζουμε τους δυτικούς. Τους βρίζουμε ότι είναι υποδουλωμένοι στην τεχνική και στον ορθολογισμό. Φυσικά, η Δύση δεν περίμενε τους νεοφώτιστους ελληνορθόδοξους, προκειμένου η ίδια να τα κριτικάρει και να τα καταγγείλει. Όσο για τους δικούς μας, αυτοί νομίζουν ότι «καθαίρονται» από τα δυτικοευρωπαϊκά καταναλωτικά τεχνολογικά «δαιμόνια» κάνοντας μιαν ετήσια εκδρομή στο Άγιον Όρος”.

    Θ. Τρ.
    26/9/08
  • ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΛΕΞΑΚΗΣ: «Μία μαφία ντυμένη στα μαύρα»

    ΕΨΙΛΟΝ 14.09.2008

    alexakis«Μόνιμη πολιτική του Αγίου Ορους είναι να κρατήσει τα προνόμια και τα λεφτά του. Κυρίαρχο στοιχείο του είναι το ενδιαφέρον για τα οικονομικά. Ο μανδύας του μοναχού κρύβει πίσω του μια μορφή θρησκευτικού καπιταλισμού, ο οποίος είναι σκληρότατος».

    Ο συγγραφέας τού «μ.Χ.» ξεπερνά το ταμπού που περιβάλλει τη μοναστική πολιτεία του Αθω και μιλά για τις απάτες που εκπορεύονται από εκεί.

    Oι περιπέτειες ενός φοιτητή κλασικής φιλολογίας, που επισκέπτεται το Άγιο Όρος για να διεξαγάγει μια έρευνα, είναι η αφορμή για να ξεδιπλώσει ο Βασίλης Αλεξάκης μια σειρά σημαντικών κατηγοριών κατά της Ορθόδοξης Εκκλησίας και των πρακτικών της εναντίον της αρχαιοελληνικής κληρονομιάς και του νεοελληνικού κράτους. Στο βιβλίο του «μ.Χ.» (εκδ. Εξάντας) αναφέρει πράγματα σκανδαλώδη, για ένα θέμα που για την ελληνική πραγματικότητα παραμένει ταμπού. Είναι και διασταυρωμένα; «Ήμουν δημοσιογράφος στη “Μοντ” για δεκαπέντε χρόνια. Μάλιστα, από ευσυνειδησία, όταν τελείωσα το χειρόγραφο, το έδωσα σε πέντε ιστορικούς και το διάβασαν, για να βεβαιωθώ πως δεν μου έχει ξεφύγει τίποτα» είναι η αφοπλιστική απάντηση του.

    Στη Γαλλία το βιβλίο σας «μ.Χ.» πήρε το Μεγάλο Βραβείο της Ακαδημίας. Στην Ελλάδα, που το θέμα είναι σχεδόν ταμπού, τι αντιδράσεις είχατε;

    «Η αντίδραση από την πλευρά του κόσμου ήταν πάρα πολύ θετική- το διαπίστωσα και στις εκδηλώσεις που έγιναν σε βιβλιοπωλεία, σε πνευματικά κέντρα κ.λπ. Βεβαίως, κάθε φορά υπήρχε κάποια θεούσα που άρχιζε να λέει ότι δεν επιτρέπεται να κάνουμε κριτική στη θρησκεία και τα λοιπά· είναι άνθρωποι οι οποίοι ταυτίζουν την Ελλάδα με την Ορθοδοξία, σαν να μην μπορεί κάποιος να είναι Έλληνας και άθεος ή μη ορθόδοξος».

    Από την Εκκλησία είχατε αντιδράσεις;

    «Η γενική γραμμή (και το ξέρω καλά από μέσα) που έδωσε το Άγιο Όρος, είναι να μη γίνει λόγος για το βιβλίο, να αποσιωπηθεί, διότι δεν έχουν απαντήσεις στα στοιχεία που δίνω, δεν μπορούν να τα ανασκευάσουν. Νομίζω πως είναι η στιγμή, δηλαδή, να γίνει μια μεγάλη συζήτηση στην Ελλάδα με θέμα το διαχωρισμό Εκκλησίας – κράτους, επιτέλους. Διότι το βασικό πρόβλημα είναι εκεί. Δεν μπορούμε να διδάσκουμε την αρχαία φιλοσοφία μέσα σε τάξεις όπου έχουμε τον άγιο Αντώνιο ή δεν ξέρω ποιον άλλο. Ή θα έχουμε τους αγίους μέσα στις τάξεις ή θα έχουμε τον Σωκράτη, τον Αριστοτέλη, τον Πυθαγόρα. Αυτοί οι δύο κόσμοι δεν μπορούν να συνεργήσουν- είναι η πελώρια απάτη πάνω στην οποία βασίζεται ο δήθεν νεοελληνικός πολιτισμός. Απάτη, την οποία εξύμνησε και η Χούντα. Ολα αυτά περί ελληνοχριστιανικού πολιτισμού είναι απόψεις της άκρας Δεξιάς. Οι άνθρωποι της “Ζωής” και του Αγίου Όρους είναι κατά βάσιν ακροδεξιοί. Αυτό εξηγεί και το ότι συνεργάστηκαν άριστα με τον Χίτλερ και ανάρτησαν φωτογραφίες του σε όλες τις μονές».

    Συνεργάστηκαν και με αντάρτες, όμως.

    «Ακολουθούν την πολιτική που τους υπαγορεύουν τα συμφέροντα τους. Συμφιλιώθηκαν με τους αντάρτες τη στιγμή που νόμιζαν ότι αυτοί μπορούσαν να κερδίσουν τον Εμφύλιο. Μόλις όμως είδαν πως χάνουν, το γύρισαν από την άλλη πλευρά. Είχαν υπογράψει συμφωνίες και με τους αντάρτες, βεβαίως, για να μη θιγούν τα προνόμια τους. Η μόνιμη πολιτική του Αγίου Όρους είναι να κρατήσει τα προνόμια και τα λεφτά του.

    Μεγαλη μερίδα της κοινής γνώμης δεν τα γνωρίζει αυτά, είναι απληροφόρητη και οι πολιτικοί δεν τολμούν να τα πουν. Ακόμη και του ΚΚΕ δεν τολμούν να κηρύξουν πόλεμο ενάντια στο Άγιο Όρος. Το Σπίτι του Λαού στον Περισσό χτίστηκε εν μέρει με λεφτά που έδωσαν οι μοναχοί».

    Έχετε εικόνα πόσο μεγάλη είναι η περιουσία του Αγ. Ορους;

    «Όχι. Το υπουργείο Οικονομικών περίπου πριν από τρία χρόνια τους ζήτησε τη λίστα των ακινήτων τους σε όλη την Ελλάδα. Αρνήθηκαν να τη δώσουν».

    Και τι τα κάνουν οι μοναχοί τόσα χρήματα, ενώ διαβιούν εν πενία;

    «Το να προσθέτεις μηδενικά σε έναν λογαριασμό είναι μία εξουσία. Αυτοί μπορεί αύριο να χρηματοδοτήσουν ένα κόμμα, έναν υποψήφιο. Έτσι εξηγείται, κατά τη γνώμη μου, το ότι καμία κυβέρνηση και το υπουργείο Οικονομικών δεν τόλμησε να διαμαρτυρηθεί όταν σιώπησαν οι μοναχοί και αρνήθηκαν να δώσουν τα στοιχεία. Και το ΠΑΣΟΚ διευκόλυνε σκανδαλωδώς τους Αγιορείτες όταν ο Λαλιώτης απάλλαξε από τη φορολογία όχι μόνο τα μοναστήρια στο Άγιο Όρος, αλλά και τα μετόχια τους. Αυτοί πληρώνουν και τη βενζίνη φτηνότερα από τους άλλους Έλληνες. Μιλάμε για αμύθητες περιουσίες. Σκεφτείτε ότι εδώ και χίλια χρόνια αυτά τα μοναστήρια δεν έχουν σταματήσει να κληρονομούν σπίτια και γη από όλους τους Έλληνες».

    Διεκδικούν και δημόσια περιουσία…

    «Οι πολιτικοί μας είναι πεπεισμένοι ότι δεν μπορούν να κυβερνήσουν την Ελλάδα χωρίς τη συγκατάθεση της Εκκλησίας. Κατά συνέπειαν, κανείς δεν τολμά να κηρύξει πόλεμο στο Άγιο Όρος. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος μόνο έκανε ένα πρώτο βήμα, που τους πήρε κάποιες εκτάσεις για να τις δώσει στους πρόσφυγες. Δηλαδή, δεν τους αρκεί αυτή η πελώρια έκταση του Αγίου Όρους, δεν τους αρκεί που έχουν απαλλαγή από κάθε φορολογία, που παίρνουν πουρμπουάρ 2,5 εκατ. ευρώ το χρόνο για τις εκτάσεις που τους πήρε ο Βενιζέλος· διεκδικούν και άλλα πράγματα παντού. Και όλα αυτά με τι χαρτιά; Με εκείνα που έχουν από τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία! Κωμικοτραγικό! Τι σχέση έχει το νεοελληνικό κράτος με τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, για να τα θεωρεί αυτά νόμιμα;

    «Έβλεπα κάτι θεολόγους στην τηλεόραση πρόσφατα, οι οποίοι προβάλλουν το θολό επιχείρημα, “Εδώ είναι μια πολιτεία χιλίων ετών”. Δηλαδή, κάποιος που κάνει απάτες τόσα πολλά χρόνια είναι νόμιμος; Και η μαφία της Ιταλίας έχει μια παμπάλαια ιστορία. Τα μπλέκουν όλα μαζί, βλέπετε, το συναίσθημα, τη θρησκεία, το Βυζάντιο… Όλα αυτά έχουν έναν σκοπό: να πλουτίζουν τα μοναστήρια και να μη δίνουν λογαριασμό σε κανέναν. Ο Εφραίμ και ο “υπουργός Οικονομικών” του, ο Αρσένιος, είναι από τους πλουσιότερους ανθρώπους που υπάρχουν στην Ελλάδα, ίσως και στον κόσμο. Δεν μιλάμε τώρα για κομποσκοίνια, μιλάμε για πολυκατοικίες στην Πανεπιστημίου, στην Τσιμισκή στη Θεσσαλονίκη και παντού».

    Γιατί αναφέρετε αυτούς τους δύο; Οι άλλοι μοναχοί δεν έχουν λόγο σε ό,τι ανήκει στη μονή;

    «Οι άνθρωποι των μοναστηριών χωρίζονται σε δύο κατηγορίες. Είναι οι διευθυντές, οι οποίοι διακινούν το χρήμα και αποφασίζουν, και οι οποίοι περιβάλλονται από λακέδες. Η εξουσία ανήκει στον ηγούμενο και στους περί αυτόν.

    Έχουμε μέσα στα μοναστήρια μια μικρή δικτατορία, όπου αυτοί κάνουν ό,τι θέλουν και οι υπόλοιποι είναι σούζα, στρατιωτάκια. Όλα τα μοναστήρια είναι πλουσιότατα. Για τη Μονή Βατοπεδίου είναι γνωστότατο, είναι πιο επηρμένοι βέβαια».

    Χρειάζονται λεφτά για αναστηλώσεις, για ένα σωρό πράγματα.

    «Εγώ είδα χειρόγραφα σε άθλιο χάλι στη Μονή Βατοπεδίου, τυλιγμένα σε κουρέλια· δήθεν δεν έχουν τα λεφτά να τα συντηρήσουν, που είναι κι αυτό μία απάτη. Με βάση αυτήν την απάτη έχουν αποσπάσει 300.000€ (ο αριθμός είναι ελεγμένος) από την Ε.Ε. Και το δήθεν ενδιαφέρον τους για τη συντήρηση των μοναστηριών είναι και αυτό απάτη. Από δικά τους λεφτά δεν είχαν κάνει τίποτα, άφηναν τις μονές μισοκατεστραμμένες και μία από αυτές, η Μονή Σταυρονικήτα, κινδύνευε να πέσει μέσα στη θάλασσα. Έκαναν μερικά έργα μόνον όταν τους έδωσε η Ε. Ε. λεφτά!
    «Υπάρχει κι εκείνη η εκκλησία στις Καρυές που έχουν ρίξει τσιμέντο και οι τοιχογραφίες του Πανσέληνου δεν αναπνέουν και καταστρέφονται. Δεν θέλουν έλεγχο ούτε από το υπουργείο Οικονομικών ούτε και από κάποια ελληνική υπηρεσία που θα μπορούσε να προστατεύσει ορισμένα έργα».

    Γράφετε ότι δεν έχει γίνει ούτε μία αρχαιολογική ανασκαφή στο Αγιο Ορος.

    «Το απαγορεύουν τελείως. Το Αγιο Ορος χτίστηκε σε μια περιοχή όπου υπήρχαν πέντε αρχαίες πόλεις! Έμαθα ότι ένα ολόκληρο άγαλμα βρέθηκε όταν έφτιαχναν καινούργιο πάτωμα στο κελάρι της Μονής Βατοπεδίου και, αντί να το βγάλουν από εκεί, το σκέπασαν με τσιμέντο και συνεχίζουν να χρησιμοποιούν την κάβα. Τόση είναι η περιφρόνηση που έχουν απέναντι στην αρχαιότητα. Και η άλλη, η περιφρόνηση η μεγάλη, είναι απέναντι στο ελληνικό κράτος. Αυτοί ζουν με το μύθο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Θεωρούν ότι είναι κληρονόμοι μιας αυτοκρατορίας, εξ ου και τα κείμενα που προβάλλουν για να διεκδικήσουν εκτάσεις.
    «Είναι χαρακτηριστικό το ότι δεν βλέπει κανείς την ελληνική σημαία στο Άγιο Όρος· βλέπει μόνο τη βυζαντινή. Η έπαρση, ίσως όχι όλων των ηγούμενων, αλλά τουλάχιστον του Εφραίμ, είναι πελώρια. Θεωρεί ότι είναι πολύ πιο πάνω από τον Καραμανλή αυτός. Αυτή είναι η νοοτροπία της ηγεσίας των μοναστηριών – διότι από κει και κάτω, με τους νέους καλόγερους, τους δόκιμους, είναι ένα άλλο μεγάλο θέμα, ηθικό, ανθρώπινο. Το ότι υπάρχει μια συνεχής παραβίαση των δικαιωμάτων του ανθρώπου στο Άγιο Όρος είναι βέβαιο».

    Τι εννοείτε;

    «Δείτε το σχολείο στις Καρυές. Δεν είναι θρησκευτικό, είναι δήθεν κανονικό σχολείο, όπου είναι εγκλωβισμένα παιδιά 12-18 ετών, τα οποία μεγαλώνουν χωρίς να βλέπουν γυναίκα. Αυτό το τερατώδες πράγμα χρηματοδοτείται από το υπουργείο Παιδείας! Έχουμε κατάφωρη παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Πώς εγκλωβίζεις παιδιά σ’ έναν χώρο όπου δεν υπάρχει ούτε μία γυναίκα; Κανείς δεν τόλμησε να το σχολιάσει αυτό».

    Υπάρχει και αρχαιοκαπηλία.

    «Αρχαιότητες που έχουν βρεθεί στο Όρος πουλήθηκαν στο εξωτερικό- εξαφανίζονται μυστηριωδώς βυζαντινά εικονίσματα, τα οποία ύστερα από καιρό βρίσκονται στο Αζερμπαϊτζάν ή όπου αλλού. Οι πυρκαγιές που ξεσπάνε σε μοναστήρια είναι για να δικαιολογήσουν την εξαφάνιση βυζαντινών εικόνων που έχουν πουληθεί. Το Αζερμπαϊτζάν δεν το λέω τυχαία. Η Ιντερπόλ κυνηγάει έναν μοναχό που κατέφυγε εκεί».

    Αναφέρετε και για αυτοκτονίες μοναχών…

    «Εχουν αυτοπυρποληθεί μοναχοί και, μάλιστα, την ημέρα του Πάσχα. Οι αυτοκτονίες είναι συχνό φαινόμενο. Αυτό δεν βγαίνει έξω, δεν επεμβαίνει κανένας ανακριτής ή εισαγγελέας. Αμφιβάλλω αν οι ίδιοι οι γονείς των παιδιών αυτών το ξέρουν. Έχουν δικαίωμα ζωής και θανάτου πάνω στους νεαρούς που βρίσκονται εκεί, οι οποίοι συχνά, όπως συμβαίνει στο στρατό, όπως συμβαίνει και στις φυλακές, περνάνε πάρα πολύ σοβαρές κρίσεις».

    Δεν βρήκατε κατάνυξη, πνευματική ανάταση ή μια θετική στάση ζωής;

    «Βρήκα μερικούς συμπαθείς μοναχούς, συνήθως πολύ ηλικιωμένους, που δεν ενδιαφέρονται για το χρήμα, δεν ενδιαφέρονται για τη μαφία που λειτουργεί εκεί και έχουν μεγάλο πρόβλημα με την κατάντια των μοναστηριών. Βεβαίως, αυτοί πιστεύουν -και αυτό είναι σεβαστό. Δεν είναι σεβαστό, όμως, να εξαπατά κανείς το ελληνικό δημόσιο ή να ασκεί πολιτική εξουσία.
    «Δυστυχώς, το κυρίαρχο στοιχείο του Αγίου Όρους είναι το ενδιαφέρον για τα οικονομικά. Ο μανδύας του μοναχού κρύβει πίσω του μια μορφή θρησκευτικού καπιταλισμού, ο οποίος είναι σκληρότατος. Είναι χαρακτηριστικό ότι, παρά τις τεράστιες περιουσίες που έχουν αυτοί οι άνθρωποι (που ισχυρίζονται ότι είναι άνθρωποι του Θεού), δεν κάνουν κανένα κοινωφελές έργο! Θα μπορούσαν να χρηματοδοτούν γηροκομεία, νοσοκομεία, ορφανοτροφεία… Ούτε στους Πελοποννήσιους, όταν κάηκαν τα σπίτια τους, δεν έδωσαν κάτι. Αν οι ίδιοι σέβονταν λίγο περισσότερο τη θρησκεία τους, αν φέρονταν λίγο καλύτερα σε σχέση με τις αρχές αυτής της θρησκείας, θα τους σεβόμουν κι εγώ λίγο ‘ παραπάνω. Αλλά εδώ μιλάμε για μια αλητεία, μία μαφία ντυμένη στα μαύρα!»

Kατηγορίες

Ιστορικό