Οι ανομολόγητες σχέσεις
του ΣΥΡΙΖΑ με την Άκρα Αριστερά

Ο

Τα κατάφερε μια χαρά ο χώρος των αντι-εξουσιαστών με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Ούτε λίγο ούτε πολύ,  κέρδισε πέντε βασικά αιτήματα,  με  δυό-τρείς πορείες, με μια κατάληψη 15 ατόμων και μια  απεργία πείνας περίπου 30 ημερών.
Η εκτίμηση «στελεχών της άκρας αριστεράς» ότι η περίοδος προσφέρεται για κατακτήσεις του χώρου δικαιώθηκε. Πέρα από την αποφυλάκιση του Σάββα Ξηρού  (που έφθασε να βάλει σε κρίση ακόμα και  τις σχέσης μιας φιλο-αμερικάνικης κυβέρνησης με τις ΗΠΑ και την Μ. Βρετανία), αποποινικοποιήθηκε η περίθαλψη εγκληματιών από συγγενικά πρόσωπα (κι άνοιξε ο δρόμος για την αποφυλάκιση των συγγενικών προσώπων των πυρήνων της φωτιάς),  περιορίστηκε η κουκούλα σαν ποινικό αδίκημα μόνο στη …διάρκεια ληστείας, και βέβαια καταργήθηκαν οι φυλακές ασφαλείας (τύπου Γ), όπως και η εξέταση DNA αυστηροποιήθηκε σαν διαδικασία. Δηλαδή έχουμε την ικανοποίηση των πέντε από τα έξι αιτήματα των απεργών πείνας.

Οι επιτυχίες είναι σημαντικές και ανοίγουν πιστεύουμε τον δρόμο και για άλλες διεκδικήσεις. Η τακτική της ικανοποίησης των αιτημάτων αντί να οδηγήσει στην περιστολή των αγώνων θα οδηγήσει στην συνέχιση και την κλιμάκωσή τους.
Η πείρα έχει δείξει ότι η ανοχή και πολύ περισσότερο η υποχωρητικότητα απέναντι στα ακραία φαινόμενα (αριστερά και δεξιά) είναι αυτή που ευθύνεται για την γιγάντωσή τους. Πρόσφατο είναι το παράδειγμα της Χρυσής Αυγής και της ανοχής που επέδειξε το πρώτο διάστημα απέναντί της τόσο το πολιτικό σύστημα όσο και  το επίσημο κράτος. Μήπως κάτι ανάλογο συμβαίνει στις μέρες μας  με την άκρα αριστερά;
Ο κίνδυνος πάντως να θρηνήσουμε και σε αυτή την περίπτωση κάποιο  ανθρώπινο θύμα έχει επισημανθεί πρόωρα από τον Υπουργό δημόσιας τάξης. Πόσο λοιπόν είμαστε αντιμέτωποι με ένα παράλληλο φαινόμενο που προοιωνίζει αργά ή γρήγορα  δραματικά συμβάντα; Ο χρόνος θα το δείξει. Πάντως οποιαδήποτε αναδίπλωση του Τσίπρα στις Ευρωπαϊκές διαπραγματεύσεις (αν συμβεί)  είναι βέβαιο ότι θα πυροδοτήσει  γενικότερες αντιδράσεις αυτού του χώρου με άγνωστες προεκτάσεις και συνέπειες. Σε μια τέτοια περίπτωση είναι που θα αποκαλυφθεί και η πραγματική διάσταση του προβλήματος που σήμερα μπορεί να μην κατανοείται  και γι αυτό να μην χαίρει καμιάς ιδιαίτερης προσοχής από τον πολιτικό κόσμο, την κοινωνία και τα μίντια.

Το πρόβλημα της σχέσης του ΣΥΡΙΖΑ με την άκρα αριστερά  είναι παλιό δεν είναι σημερινό. Χρόνια τώρα με αφορμή διάφορα γεγονότα επανέρχεται συνεχώς στην επικαιρότητα. Πριν κάποιο διάστημα ήταν η απόδραση του Χριστόδουλου Ξηρού, μετά ήταν το βιβλίο του Κουφοντίνα,  η καταδίωξη και σύλληψη του Μαζιώτη, οι πορείες των κουκουλοφόρων, οι απανωτές καταλείψεις πανεπιστημιακών σχολών, τα επεισόδια στα Εξάρχεια κλπ. κλπ.
Η συζήτηση για την άκρα αριστερά και τον ένοπλο αγώνα ταλανίζει χρόνια τώρα την Ελληνική κοινωνία και ιδιαίτερα την αριστερά.
Υπάρχει όντως μια αμηχανία πάνω στο θέμα μιας και θίγει ένα πρόβλημα «γενετήσιας φύσης» (σύμφωνα με την ψυχαναλυτική ορολογία) της εν γένει αριστεράς. Οι πρακτικές της άκρας αριστεράς και ο ένοπλος αγώνας συνιστούν το ηρωικό της παρελθόν, τον ιστορικά δικαιωμένο τρόπο κατάληψης της εξουσίας, την εξιδανικευμένη επαναστατική της εμπειρία. Πώς να τα αρνηθεί, πώς να τα ξεπεράσει;

Η σημασία της παράδοσης και τι από αυτήν εσωτερικεύεται σε έναν ιστορικό πολιτικό χώρο, καθορίζοντας σε μεγάλο βαθμό την συνείδησή του, συνιστά ένα τεράστιο θέμα προς εξέταση.
Παλαιότερα η αριστερά παρά τα όσα κατά καιρούς υποστήριζε, «στο πίσω μέρος του μυαλού της», είχε συγκεκριμένα πρότυπα: Της Ρωσίας, της Κίνας, της Κούβας, του Βιετνάμ κλπ. Η ένοπλη κατάληψη της εξουσίας αποτελούσε γι αυτήν την μόνη επαναστατική στρατηγική. Ο Τσέ ήταν το μεγάλο ίνδαλμα. Όλα τα άλλα ήταν ρεφορμισμός. Κανένα ορθόδοξο κομμουνιστικό κόμμα δεν προσέβλεπε στην εξουσία μέσω μιας δημοκρατικής οδού. Η λογική της  «εφόδου στα χειμερινά ανάκτορα» δέσποζε στο χώρο της αριστεράς. Υπήρχε μια εξιδανικευμένη επαναστατική εμπειρία και το μόνο αιτούμενο ήταν πώς θα αναπαραχθεί. Ένα κενό εξουσίας, μια έφοδος στο προπύργιο του παλαιού καθεστώτος και η κατάληψη της εξουσίας αποτελούσε γεγονός.

Με αυτή την έννοια η παράδοση των όπλων, μετά την συμφωνία της Βάρκιζας συνιστά, για τον κόσμο της αριστεράς και όχι μόνο, ακόμα και σήμερα, την μεγαλύτερη προδοσία. Μπορεί να μην υπήρχε κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο ένοπλης κατάληψης της εξουσίας (και όντως δεν υπήρχε και αυτό είναι πλέον ιστορικά εξακριβωμένο για την περίοδο πριν τον εμφύλιο) αλλά υπήρχε η θέληση για κάτι τέτοιο. Έτσι ήταν γαλουχημένος ο κομμουνιστικός χώρος. Αυτά ήταν τα πρότυπά του, οι εμπειρίες του.

Πολύ αργότερα  και σε ένα τμήμα του διεθνούς κομμουνιστικού χώρου, τον Ευρωκομμουνιστικό, άνοιξε η συζήτηση για τον δημοκρατικό δρόμο προς τον Σοσιαλισμο. Αλλά αυτή  στην Ελλάδα εκτός του ότι δεν ευδοκίμησε, μέσα στον ριζοσπαστισμό της μεταπολίτευσης, δεν στηρίχθηκε και  σε έναν πολιτικό διαχωρισμό με την στρατηγική του ένοπλου αγώνα. Έτσι παρέμειναν όλα στο πολιτικο-θεωρητικό επίπεδο εκκρεμή και συγκεχυμένα.

Η μεταπολιτευτική εξέλιξη των πραγμάτων στην Ελλάδα έβαλε οριστικά τέλος στο καθεστώς αποκλεισμού της αριστεράς από την εξουσία. Αυτό συνέβη ταυτόχρονα με την οργανική ένταξή της στο πολιτικό σύστημα. Τίποτα πλέον δεν έχει απομείνει από τον παλιό επαναστατικό της βολονταρισμό. Όλα λύθηκαν εμπειρικά, χωρίς ιδεολογικές και πολιτικές υπερβάσεις. Μόνο ένας ρομαντισμός και μια συναισθηματική αναπόληση του παρελθόντος έχει απομείνει. Που μπορεί όμως να βρίσκει μια σιωπηλή, ανομολόγητη επιβεβαίωση (και δικαίωση) σε περιθωριακές και ξεπερασμένες  πρακτικές της άκρας αριστεράς και να συντηρεί μαζί της μια σχέση. Ως πότε όμως;

Σχετικά με τον Συγγραφέα

Σχόλια

Η Σύνταξη

Kατηγορίες

Ιστορικό