ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΟΥ ΝΑΤΟ ΣΤΗ ΛΙΣΣΑΒΟΝΑ: Διαχείριση της ήττας στο Αφγανιστάν και των νέων ισορροπιών

Σ

Η στρατηγική ήττα των αμερικανονατοϊκών δυνάμεων (ISAF), στο χώρο της νότιας Ευρασίας,  μετά το Ιράκ, ολοκληρώνεται στο Αφγανιστάν.
Η αποχώρηση από το Ιράκ και η επιστροφή στο Αφγανιστάν, το 2009, δεν αποτέλεσε μετατόπιση του κέντρου βάρους των επιχειρήσεων, αλλά αναδίπλωση, ως αποτέλεσμα της στρατιωτικοπολιτικής αποτυχίας στο Ιράκ.
Από τις αρχές του 2010 και μετά από προετοιμασίες μηνών, διεξάγονται επιχειρήσεις στο Αφγανιστάν, με επιπλέον 30.000 αμερικανούς στρατιώτες και 10.000 συμμάχους, πέραν των 100.000 που ήδη υπηρετούσαν εκεί. Ο διακηρυγμένος στόχος του σχεδίου ήταν “η εκκαθάριση, διατήρηση και οικοδόμηση” της χώρας, με χρονοδιάγραμμα που προέβλεπε σταδιακή επικράτηση και αποχώρηση των δυνάμεων με αφετηρία τον Ιούλιο του 2011. Όμως οι στρατιωτικές επιχειρήσεις έχουν οδηγηθεί σε αδιέξοδο. Η αδυναμία επικράτησης είναι πλέον δεδομένη, κι αυτή η εξέλιξη συνιστά νέα ήττα. Οι συμμαχικές δυνάμεις αναγκάζονται να προσέλθουν, σε διαπραγματεύσεις (μυστικές αλλά και δημόσιες μέσω της κυβέρνησης Καρζάι), με τους Ταλιμπάν. Το όλο εγχείρημα στο ασιατικό μέτωπο (Αφγανιστάν-Ιράκ-Ιράν), στο όνομα του “πολέμου κατά της τρομοκρατίας”, οδηγείται σε καθαρή στρατηγική ήττα, παρά τη συστηματική προσπάθεια συγκάλυψης της. Οι ΗΠΑ, σ’ αυτές τις συνθήκες, και ενώ η πρωτοφανής οικονομική ύφεση συνεχίζει να υφίσταται, βρίσκονται σε εμφανή θέση μείωσης ισχύος, αν και παραμένουν η μόνη δύναμη που ασκεί παγκόσμια πολιτική.
Η σύνοδος του ΝΑΤΟ στη Λισαβόνα, επιχείρησε να επαναπροσδιορίσει τους στόχους της συμμαχίας. Να ορίσει το νέο στρατιωτικό – πολιτικό  δόγμα για τα επόμενα δέκα χρόνια. Η διαχείριση της παγκόσμιας τάξης έναντι των νέων απειλών και προκλήσεων, θα αποφασιστεί όμως από τη συμμαχία στο μέλλον. Το νέο δόγμα αναγγέλλεται, χωρίς όμως να προσδιορίζεται. Το Ιράν (χωρίς να κατονομάζεται-με παρέμβαση της Τουρκίας) και τα άλλα “κράτη-παρίες” παραμένουν, μέχρι νεωτέρας, στο στόχο του ΝΑΤΟ.
Το ζήτημα της αντιπυραυλικής ασπίδας, μετά τις αντιρρήσεις της Ρωσίας, τέθηκε σε νέα βάση. Ζητείται τώρα η αποδοχή της Ρωσίας και προτείνεται η συνεργασία με το δικό της πυραυλικό σύστημα. Πρέπει να σημειωθεί ότι το ΝΑΤΟ είχε διακόψει τις επαφές σε επίπεδο κορυφής με τη Ρωσία, μετά την επέμβασή της στη Γεωργία το καλοκαίρι του 2008. Τώρα την προσκαλεί σε συνεργασία και θέλει να βλέπει μεσοπρόθεσμα και την ένταξη της Ρωσίας στο ΝΑΤΟ. Τα πράγματα όμως από την πλευρά των Ρώσων δεν είναι τόσο ενθαρρυντικά. Οι Ρώσοι μιλούν για στρατιωτική συνεργασία μόνο σε ισότιμη βάση. Είναι διατεθειμένοι να αποδεχθούν αυτό τον όρο οι Νατοϊκοί;
Για τις ΗΠΑ αυτό που προέχει, αυτή την περίοδο, είναι η επικύρωση από την Γερουσία της συμφωνίας START2, για τον αμοιβαίο περιορισμό των στρατηγικών πυρηνικών όπλων. Τη μόνη επιτυχία της εξωτερικής πολιτικής του Ομπάμα μέχρι τώρα, που οι Ρεπουμπλικάνοι δηλώνουν ότι δεν θα την επικυρώσουν (έχουν πλέον την πλειοψηφία), περιπλέκοντας τις αμερικανο – ρωσικές σχέσεις.
Σε ένα δεύτερο επίπεδο, Μόσχα και ΝΑΤΟ συμφώνησαν σε παραπέρα αύξηση των μεταφερόμενων δυνάμεων και φορτίων (μη οπλικών) της Συμμαχίας, μέσω ρωσικών εδαφών (επί πληρωμή). Γεγονός που καταδεικνύει την όλο και μεγαλύτερη δυσκολία ασφαλούς μεταφοράς, από τα εδάφη του Πακιστάν. Ακόμη συμφωνήθηκε η φορά μετακίνησης να μην είναι μόνο προς το Αφγανιστάν, όπως ίσχυε μέχρι τώρα, αλλά και αντίθετα. Κάτι που προοιωνίζει την προετοιμασία του εδάφους για την αποχώρηση του ΝΑΤΟ από το Αφγανιστάν, η οποία θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί, σύμφωνα με τα υπεσχημένα, ως το τέλος του 2014.
Στη Λισαβόνα δεν δόθηκε λύση στο πρόβλημα της παραμονής στην Ευρώπη των περίπου 200 αμερικανικών πυρηνικών όπλων, με τη Γερμανία να πιέζει για μία μη πυρηνική Ευρώπη και την Γαλλία με την Τουρκία να αντιδρούν στην απομάκρυνσή τους. Ο Ομπάμα δήλωσε ότι “Το ΝΑΤΟ “ήταν και παραμένει πυρηνικό”, όμως υιοθετήθηκε πρόταση για προετοιμασία διάσκεψης για τον περιορισμό των πυρηνικών όπλων. Ακόμη συζητήθηκε το ζήτημα της νέας δομής του ΝΑΤΟ. Κάτω από την πίεση της οικονομικής κρίσης, αποφασίστηκε μεγάλη συρρίκνωση της υπάρχουσας δομής, με κατάργηση στρατηγείων και κέντρων διοίκησης καθώς και μείωση προσωπικού.

Το ΝΑΤΟ, μετά από 60 χρόνια ζωής, περνά την μεγαλύτερη κρίση της ιστορίας του.
Το ερώτημα που τίθεται πλέον είναι αν μπορεί να έχει κάποιο νόημα η παρουσία του σε συνθήκες πολιτικής παγκοσμιοποίησης.
Το ΝΑΤΟ, όπως και το σύμφωνο της Βαρσοβίας, ανήκουν στην εποχή του διπολισμού. Είναι δύσκολο, για το ΝΑΤΟ, να βρει έναν νέο ρόλο κάτω από τις σημερινές συνθήκες. Οι πιθανοί κίνδυνοι από περιφερειακές χώρες (Ιραν, Β. Κορέα, Αφγανιστάν κλπ.) δεν μπορούν να αποτελούν λόγο για την διατήρηση του. Το διακηρυγμένο, τόσες φορές, νέο αμυντικό δόγμα, έχει σοβαρούς λόγους να μην μπορεί να διατυπωθεί. Στα πλαίσια του ΝΑΤΟ, αυτό που συμβαίνει εδώ και καιρό, είναι μια σχολαστική προσπάθεια να κρατηθούν κάποιες παγκόσμιες στρατιωτικές ισορροπίες, να διευθετηθούν κάποια προβλήματα εξοπλισμών, πυρηνικής, κύρια, ισχύος. Αλλά αυτά θα μπορούσαν να αντιμετωπισθούν καθαρά και σε ένα επίπεδο πολιτικών διαβουλεύσεων. Δεν είναι ανάγκη να γίνονται στα πλαίσια του ΝΑΤΟ.

Η περίφημη διεύρυνση του ΝΑΤΟ, από την άλλη, είναι μια διαδικασία που έχει φθάσει στο σημείο να θέλει να περιλάβει και την Ρωσία (το πρώην αντίπαλο δέος της Ατλαντικής συμμαχίας) κι ίσως μελλοντικά Κίνα, Ινδία κλπ., κινείται δηλ. σε παγκόσμια βάση, χωρίς αποσαφηνισμένους στόχους και κατευθύνσεις, με ανοιχτό το θέμα της νέας ταυτότητας του ΝΑΤΟ.
Τα πράγματα λοιπόν δεν είναι καθόλου σαφή. Το ΝΑΤΟ είναι μια ξεπερασμένη δομή που είναι ζήτημα αν θα μπορέσει να περιληφθεί, με κάποιο τρόπο, στην νέα παγκόσμια πολιτική διάταξη. Ωστόσο θα συνεχίσει να υπάρχει. Έως ότου αποσαφηνιστούν οι όροι και τα μέσα άσκησης της νέας, υπό διαμόρφωση, πολιτικής. Η πολιτική παγκοσμιοποίηση πολύ πιθανόν να αντιμετωπίσει προβλήματα νομιμοποίησης και να χρειασθεί να υποστηριχθεί από αναμορφωμένους θεσμούς τύπου ΝΑΤΟ. Πάντως προς το παρόν το μέλλον του φαίνεται νάναι αβέβαιο.

Τρυψάνης Θανάσης

Διόρθωση

Στο ανωτέρω κείμενο περιλαμβάνεται παράγραφος όπου διατυπώνεται ότι η συνθήκη START2 κινδυνεύει να μην επικυρωθεί από την Γερουσία γιατί οι Ρεπουμπλικάνοι αντιτίθενται στην συμφωνία και έχουν πλέον την πλειοψηφία (στη Γερουσία), μετά τις  ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου.
Το ορθόν είναι ότι οι Ρεπουμπλικάνοι κέρδισαν την πλειοψηφία της Γερουσίας αλλά η συγκρότηση της νέας Γερουσίας θα γίνει το 2011 ενώ η START2 συζητήθηκε και ψηφίστηκε τελικά από την παρούσα Γερουσία, όπου την πλειοψηφία έχουν οι Δημοκρατικοί, λίγο πριν εκπνεύσει η θητεία της και αλλάξουν οι συσχετισμοί.
Ωστόσο η επικύρωση της συνθήκης φαινόταν ιδιαίτερα δύσκολη υπόθεση, καθώς απαιτούνταν ενισχυμένη πλειοψηφία δύο τρίτων (67 στο σύνολο 100 Γερουσιαστών), και άρα χρειάζονταν ψήφοι και από τις τάξεις των Ρεπουμπλικάνων. Τελικά μετά από μακρές και δύσκολες διαβουλεύσεις και δημόσιες διαβεβαιώσεις του Ομπάμα σε διάφορες ενστάσεις των Ρεπουμπλικάνων, διασφαλίστηκαν ψήφοι πέραν των απαιτουμένων και η συνθήκη επικυρώθηκε.

Θ.Τ.

Σχετικά με τον Συγγραφέα

Τρυψάνης Θανάσης

Σχόλια

Τρυψάνης Θανάσης

Kατηγορίες

Ιστορικό